Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Τα Αρχαία κλαίει, τα παιδία παίζει

Η φετινή εισαγωγή υποψηφίων σε σχολές με υπερβολικά χαμηλούς βαθμούς έδωσε τροφή σε πολλούς να σχολιάσουν δηκτικά την απόφαση κατάργησης της βάσης του δέκα. Ένα από αυτά τα άρθρα είναι το ανεκδιήγητο του Κασιμάτη στην Καθημερινή που μου θύμισε κυρίως δελτίο ανορθολογισμού. Οι περισσότεροι αρκούνται στο να τονίσουν πως δυο μαθητές εισήχθησαν στο πανεπιστήμιο γράφοντας μόνο το όνομα τους στην κόλλα.

Η θέσπιση της βάσης του δέκα από την Μαριέττα Γιαννάκου με είχε βρει αντίθετο εξαρχής. Η λογική της βάσης είναι απλή. Σε ένα πρώτο επίπεδο θα μπορούσε κανείς να συμφωνήσει ότι δεν μπορεί να μπει στο πανεπιστήμιο κάποιος με έναν τόσο χαμηλό βαθμό. Η υπουργός θεώρησε ότι η βάση θα ήταν το μαγικό ραβδάκι που θα ωθούσε τους μαθητές να διαβάσουν περισσότερο. Πράγμα που βάση των στοιχείων που παραθέτουν τα ΝΕΑ, δεν συνέβη. Αντ’ αυτού όλο και μεγαλύτερες μάζες κινήθηκαν προς τα ιδιωτικά κολέγια και το εξωτερικό και πολλές (χρυσοπληρωμένες) θέσεις έμειναν κενές.

Αν δεχθούμε τον συλλογισμό ότι είναι απαράδεκτο να εισάγονται «κακοί» φοιτητές, θα ήθελα κάποιοι να μου απαντήσουν για την προσφερόμενη ποιότητα σπουδών στα περισσότερα ιδρύματα. Έχοντας ζήσει το πανεπιστήμιο από μέσα, παρατηρώ ότι δεκάδες τμήματα αποτελούν μικρότερα ή μεγαλύτερα τσιφλίκια ορισμένων καθηγητών. Μαθήματα προσφέρονται ή καταργούνται ανάλογα με τους καθηγητές που αποφασίζεται ότι θα διδάξουν. Το αποτέλεσμα είναι κύκλοι σπουδών με ατάκτως ειρημένα μαθήματα, που δεν συνδέονται μεταξύ τους και οδηγούν σε ένα πτυχίο αχταρμά με μισές γνώσεις

Στο κάτω κάτω της γραφής, για ποιες εξετάσεις μιλάμε; Μιλάμε για τις εξετάσεις που επιβραβεύεται η παπαγαλία φυσικά. Και πάνω σε ποιες γνώσεις; Όσον αφορά την θεωρητική –που ήμουν εγώ- μιλάμε για τα αρχαία, την ιστορία, τα λατινικά, την λογοτεχνία. Ποιος κατάλαβε τι έλεγε ο Σωκράτης; Ποιος κατάλαβε το βάθος της Σονάτας του σεληνόφωτος; Ποιος αναλήφθηκε το πολιτικό μέγεθος του Βενιζέλου; Ακόμα θυμάμαι την ερώτηση του Δημήτρη Ψυχογιού στο πρώτο έτος. «Παιδιά, τι εννοούμε όταν λέμε μεταπολίτευση;» Σιγήν ιχθύος σε μια αίθουσα εκατό ατόμων που ήθελαν να σπουδάσουν ΜΜΕ. Ας μην αναφερθώ στην φετινή ερώτηση ποίος ήταν ο Μένιος Κουτσόγιωργας στην κατεύθυνση της δημοσιογραφίας.

Στα μάτια μου η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο θυμίζει περισσότερο χρηματιστήριο. Έχεις ένα κεφάλαιο και ποντάρεις στην μετοχή που θα σου φέρει τα καλύτερα κέρδη. Αυτή η λογική δεν μπορεί να συνεχιστεί. Και η αλλαγή πρέπει να είναι εκ βάθρων, από αυτό το έκτρωμα γραμμικής αφήγησης άχρηστης και ανούσιας γνώσης που επιβραβεύεται ο επιμένων στην αποστήθιση. Ένα σύστημα όπου τα πανεπιστήμια θα θέτουν τις προϋποθέσεις εισαγωγής, όπου θα υπάρχει δυνατότητα εσωτερικής κινητικότητας. Το πρόβλημα δεν λύνεται με μια αυθαίρετη βάση. Το στοίχημα είναι η αναβάθμιση της παιδείας ώστε η βάση να είναι περιττή…

Σάββατο 14 Αυγούστου 2010

Third Way - Which way?


Τις προάλλες ο Γιώργος Παπανδρέου έκανε λόγο για την χρεοκοπία του «τρίτου δρόμου» και την ανάγκη δημιουργίας ενός «τέταρτου δρόμου».

Άρχισα να σκέφτομαι αν ο «τρίτος δρόμος» υπήρξε πραγματικά ή ήταν περισσότερο ένα κατασκεύασμα των media και μια επικοινωνιακή φούσκα των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων του 90’ που προσπαθώντας να βρουν ένα νέο ιδεολόγημα μπροστά στα νέα δεδομένα, επινόησαν.

Googlάροντας βρήκα το διαφωτιστικό άρθρο του Νίκου Μουζέλη στο Βήμα. Γραμμένο το 98 παρουσιάζει ανάγλυφα τις αντιρρήσεις οικονομολόγων και διανοητών για τις «εναλλακτικές» πολιτικές προτάσεις και τις ιδεολογικές αγκυλώσεις των σοσιαλιστών. Στην πραγματικότητα ο «τρίτος δρόμος» ως πολιτική πρακτική υπήρξε κράμα νεοφιλελεύθερων απόψεων στην οικονομία, με σταδιακή απελευθέρωση των αγορών, ιδιωτικοποιήσεις εθνικών εταιριών -σε αντιδιαστολή με τις κρατικοποιήσεις του 80’- και όλο και πιο ευέλικτες μορφές εργασίας από τη μία και ένα ελαφρώς αποδυναμωμένο κοινωνικό κράτος από την άλλη. Προφανώς και το μοντέλο δεν άντεξε παρά ελάχιστα χρόνια. Λίγο αργότερα το κοινωνικό κράτος άρχισε να χτυπιέται αλύπητα από την σκετο-νεοφιλελευθερη πολιτική. Πίστη στην αυτορυθμιζόμενες αγορές. Λιγότερο κράτος.

Η κρίση ήρθε να μας δείξει πως ούτε αυτή η λογική είναι βιώσιμη. Οι αυτορυθμιζόμενες αγορές απέτυχαν να δημιουργήσουν ένα καινούργιο ασφαλές περιβάλλον. Στην δύσκολη συγκυρία τράπεζες κρατικοποιούνται ή ενισχύονται οικονομικά από το κράτος. Η μη κρατική παρέμβασή στις αγορές πάει περίπατο.

Ίσως τελικά, ο «τέταρτος δρόμος» που στα αυτιά μου ήχησε αρχικά ως σαχλό και ανόητο να είναι ο νέος ευσεβής πόθος. Η οικονομική κρίση άλλαξε καθοριστικά τα δεδομένα γιατί είναι κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική όπως επισημαίνει ο ιταλός σοσιαλιστής Massimo D’Alema. Το ζητούμενο είναι να βρεθεί αυτό το new deal.

Πολλοί ισχυρίζονται ότι αφού ούτε το κράτος ούτε οι αγορές μπόρεσαν να οικοδομήσουν ένα στέρεο οικονομικό σύστημα η λύση πρέπει να αναζητηθεί αλλού. Που; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα. Ίσως μια πιθανή λύση να δίνεται από τις απόψεις της Έλινορ Όστρομ, που τιθήκε πέρυσι με το νόμπελ οικονομίας. Όπως ανέφερε η Σουηδική ακαδημία «βραβεύεται για το έργο της στην κατανόηση και στη διαχείριση των απλών οικονομικών αγαθών, όπως η ξυλεία, τα ψάρια, οι πετρελαιοπηγές και τα αρδευτικά συστήματα.»
Η Όστρομ υποστηρίζει πως "
η αγορά και το κράτος δεν είναι οι μόνοι δυνατοί διαχειριστές, οι μόνοι ελεγκτές αυτών των αγαθών, αλλά πως και οι ενώσεις των χρηστών τους ή των καταναλωτών μπορούν κάλλιστα να παίξουν τον ίδιο ρόλο, εφόσον τους δοθεί η δυνατότητα".

Αυτή η προσέγγιση μου έφερε στο μυαλό την πίστη του Νόαμ Τσόμσκι στον «αναρχοσυνδικαλισμό» σε μια πιο εξελιγμένη μορφή του φυσικά.

Οι κρίσεις αντανακλούν έναν κόσμο που δεν υπάρχει πια και προαναγγέλλουν έναν κόσμο που δεν υπάρχει ακόμη, λέει το γνωστό ρητό. Και συμφωνώ. Το θέμα είναι αν οι σοσιαλδημοκράτες θα καταφέρουν να κάνουν την υπέρβαση. Πράγμα που θεωρώ δύσκολο..